• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

δαμάσκο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Δείτε επίσης
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το δαμάσκο τα δαμάσκα
      γενική του δαμάσκου των δαμάσκων
    αιτιατική το δαμάσκο τα δαμάσκα
     κλητική δαμάσκο δαμάσκα
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
δαμάσκο < (άμεσο δάνειο) ιταλική damasco < Damasco (Δαμασκός)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

δαμάσκο ουδέτερο

  • είδος πολύτιμου υφάσματος με διάφορα σχέδια

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη Δαμασκός

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • δαμάσκο στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    δαμάσκο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=δαμάσκο&oldid=5465212"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 05:27

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 05:27.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας