γλωσσοπλασία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαγλωσσοπλασία θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασία- γλωσσοπλάστης
- → δείτε τις λέξεις γλώσσα και πλάθω
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία γλωσσοπλασία
|
γλωσσοπλασία θηλυκό
|