Δείτε επίσης: Γιαζατζής

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γιαζατζής οι γιαζατζήδες
      γενική του γιαζατζή των γιαζατζήδων
    αιτιατική τον γιαζατζή τους γιαζατζήδες
     κλητική γιαζατζή γιαζατζήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

γιαζατζής < άμεσο δάνειο από την οθωμανική τουρκική ىجيزاي (τουρκική yazıcı) [1] [2]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ʝa.zaˈd͡zis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: για‐ζα‐τζής

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γιαζατζής αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Ορφανός, Βασίλης (2020) Τουρκικά δάνεια στα Ελληνικά της Κρήτης, Propylaeum, Heidelberg University Library 2020 (DOI), download.σελ.1-405.pdf, 1η έκδοση:2014
  2. Αποστολίδης, Μύρτιλος. «Τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου των τεκτόνων (δουλγέρηδων)», Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού Α′ (1934), σ. 114.