βοσκοτόπι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | βοσκοτόπι | τα | βοσκοτόπια |
γενική | του | βοσκοτοπιού | των | βοσκοτοπιών |
αιτιατική | το | βοσκοτόπι | τα | βοσκοτόπια |
κλητική | βοσκοτόπι | βοσκοτόπια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαβοσκοτόπι ουδέτερο
- άλλη μορφή του βοσκότοπος
Πηγές
επεξεργασία- βοσκοτόπι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας