βιοεργογραφία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βιοεργογραφία < βιο- + εργογραφία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /vi.o.eɾ.ɣo.ɣɾaˈfi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βι‐ο‐ερ‐γο‐γρα‐φί‐α
Ουσιαστικό επεξεργασία
βιοεργογραφία θηλυκό
- (νεολογισμός) βιογραφία εμπλουτισμένη με τα έργα ενός καλλιτέχνη
- ※ Μια βιοεργογραφία του Τάσου Λειβαδίτη με επίκεντρο τους μελοποιημένους στίχους του μεγάλου μας ποιητή κυκλοφόρησαν [...] με αφορμή τη συμπλήρωση 25 ετών από τον θάνατό του. («Τραγουδάω, όπως τραγουδάει το ποτάμι», Euronews, 21 Μαρτίου 2014)
Μεταφράσεις επεξεργασία
βιοεργογραφία
|
Πηγές επεξεργασία
- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr