↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το βιάτζο τα βιάτζα
      γενική του βιάτζου των βιάτζων
    αιτιατική το βιάτζο τα βιάτζα
     κλητική βιάτζο βιάτζα
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
βιάτζο < (άμεσο δάνειο) ιταλική viaggio

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

βιάτζο ουδέτερο

  • Κοντομίχης, Πανταζής (2001). Λεξικό του λευκαδίτικου γλωσσικού ιδιώματος (Ιδιωματικό - ερμηνευτικό - λαογραφικό) [Λαογραφικά Λευκάδας, αρ. 7], Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρη.
  • Λάζαρης, Χριστόφορος Γ. (1970). Τα λευκαδίτικα. Ετυμολογικόν και ερμηνευτικόν λεξιλόγιον των γλωσσικών ιδιωμάτων της νήσου Λευκάδος, Ιωάννινα: Εκτύπωσις Ευριπίδη Κ. Θέμελη.