βενζινόκολλα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ven.ziˈno.ko.la/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βεν‐ζι‐νό‐κολ‐λα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαβενζινόκολλα θηλυκό
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία βενζινόκολλα
|
Πηγές
επεξεργασία- βενζινόκολλα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- βενζινόκολλα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)