→ γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / αὐτοδαής τὸ αὐτοδαές
      γενική τοῦ/τῆς αὐτοδαοῦς τοῦ αὐτοδαοῦς
      δοτική τῷ/τῇ αὐτοδαεῖ τῷ αὐτοδαεῖ
    αιτιατική τὸν/τὴν αὐτοδα τὸ αὐτοδαές
     κλητική ! αὐτοδαές αὐτοδαές
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ αὐτοδαεῖς τὰ αὐτοδα
      γενική τῶν αὐτοδαῶν τῶν αὐτοδαῶν
      δοτική τοῖς/ταῖς αὐτοδαέσ(ν) τοῖς αὐτοδαέσ(ν)
    αιτιατική τοὺς/τὰς αὐτοδαεῖς τὰ αὐτοδα
     κλητική ! αὐτοδαεῖς αὐτοδα
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ αὐτοδαεῖ τὼ αὐτοδαεῖ
      γεν-δοτ τοῖν αὐτοδαοῖν τοῖν αὐτοδαοῖν
3η κλίση, Κατηγορία 'συνεχής' όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αὐτοδαής < αὐτο- + δαῆναι

  Επίθετο

επεξεργασία

αὐτοδαής, -ής, -ές