Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αφεδρώνας οι αφεδρώνες
      γενική του αφεδρώνα των αφεδρώνων
    αιτιατική τον αφεδρώνα τους αφεδρώνες
     κλητική αφεδρώνα αφεδρώνες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αφεδρώνας < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή ἀφεδρών[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.feˈðɾo.nas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐φε‐δρώ‐νας

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αφεδρώνας αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία