• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

ατμοστρόβιλος

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ατμοστρόβιλος οι ατμοστρόβιλοι
      γενική του ατμοστρόβιλου των ατμοστρόβιλων
    αιτιατική τον ατμοστρόβιλο τους ατμοστρόβιλους
     κλητική ατμοστρόβιλε ατμοστρόβιλοι
όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ατμοστρόβιλος < ατμός + -ο- + στρόβιλος ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική steam turbine)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ατμοστρόβιλος αρσενικό

  • (τεχνολογία) η ατμοτουρμπίνα

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ατμοστρόβιλος
  • → δείτε τη λέξη ατμοτουρμπίνα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ατμοστρόβιλος&oldid=4852341"
Τελευταία επεξεργασία στις 22 Σεπτεμβρίου 2020, στις 17:19

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 22 Σεπτεμβρίου 2020, στις 17:19.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie