Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αρπακτικότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αρπακτικότητ
α
οι
αρπακτικότητ
ες
γενική
της
αρπακτικότητ
ας
των
αρπακτικοτήτ
ων
αιτιατική
την
αρπακτικότητ
α
τις
αρπακτικότητ
ες
κλητική
αρπακτικότητ
α
αρπακτικότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αρπακτικότητα
<
αρπακτικός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αρπακτικότητα
θηλυκό
η ιδιότητα τού
αρπακτικού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αρπακτικότητα
γαλλικά
:
rapacité
(fr)