Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αποτυπωτής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
αποτυπωτ
ής
οι
αποτυπωτ
ές
γενική
του
αποτυπωτ
ή
των
αποτυπωτ
ών
αιτιατική
τον
αποτυπωτ
ή
τους
αποτυπωτ
ές
κλητική
αποτυπωτ
ή
αποτυπωτ
ές
Κατηγορία
όπως «
ποιητής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αποτυπωτής
<
αποτυπώνω
+
-της
(
(
μεταφραστικό δάνειο
)
αγγλική
recorder
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αποτυπωτής
αρσενικό
(
κυριολεκτικά
)
(
μεταφορικά
)
που
αποτυπώνει
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αποτυπωτής