Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
απιθανότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
απιθανότητ
α
οι
απιθανότητ
ες
γενική
της
απιθανότητ
ας
των
απιθανοτήτ
ων
αιτιατική
την
απιθανότητ
α
τις
απιθανότητ
ες
κλητική
απιθανότητ
α
απιθανότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
απιθανότητα
<
αρχαία ελληνική
ἀπιθανότης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
απιθανότητα
θηλυκό
κάτι
που είναι
απίθανο
Αντώνυμα
επεξεργασία
πιθανότητα
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις
λέξεις
απίθανος
και
πιθανός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
απιθανότητα
αγγλικά
:
improbability
(en)
,
unlikeliness
(en)
γαλλικά
:
improbabilité
(fr)