Δείτε επίσης: αντικριστή, αντικριστός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αντικριστής οι αντικριστές
      γενική του αντικριστή των αντικριστών
    αιτιατική τον αντικριστή τους αντικριστές
     κλητική αντικριστή αντικριστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αντικριστής < αντικρίζω + -τής

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αντικριστής αρσενικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

αντικριστής