Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αντίμαχος η αντίμαχη το αντίμαχο
      γενική του αντίμαχου της αντίμαχης του αντίμαχου
    αιτιατική τον αντίμαχο την αντίμαχη το αντίμαχο
     κλητική αντίμαχε αντίμαχη αντίμαχο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αντίμαχοι οι αντίμαχες τα αντίμαχα
      γενική των αντίμαχων των αντίμαχων των αντίμαχων
    αιτιατική τους αντίμαχους τις αντίμαχες τα αντίμαχα
     κλητική αντίμαχοι αντίμαχες αντίμαχα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

αντίμαχος < (ελληνιστική κοινήἀντίμαχος

  Επίθετο επεξεργασία

αντίμαχος

  Μεταφράσεις επεξεργασία