ανομοιομορφία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- ανομοιομορφία < αν- + ομοιομορφία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ανομοιομορφία θηλυκό
Αντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τις λέξεις ανομοιόμορφος, ομοιόμορφος, όμοιος και μορφή
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανομοιομορφία