ανθυφομοταξία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ανθυφομοταξία < ανθ- + υφομοταξία < υφ- + ομοταξία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαανθυφομοταξία θηλυκό
- (ταξινομία) ταξινομική βαθμίδα κατώτερη από την υφομοταξία
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ανθυφομοταξία