ανθυποσμηναγός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ανθυποσμηναγός < ανθ- (αντι-) + υποσμηναγός (υπο- + σμηναγός)
Ουσιαστικό επεξεργασία
ανθυποσμηναγός αρσενικό ή θηλυκό
- (στρατιωτικός βαθμός) αξιωματικού της πολεμικής αεροπορίας, αμέσως κατώτερος του υποσμηναγού και αντίστοιχος με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού στο στρατό ξηράς
Μεταφράσεις επεξεργασία
ανθυποσμηναγός
|