Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αμμοκολόνα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αμμοκολόν
α
οι
αμμοκολόν
ες
γενική
της
αμμοκολόν
ας
των
αμμοκολόν
ων
αιτιατική
την
αμμοκολόν
α
τις
αμμοκολόν
ες
κλητική
αμμοκολόν
α
αμμοκολόν
ες
Κατηγορία
όπως «
ελπίδα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αμμοκολόνα
<
άμμος
+
-ο-
+
κολόνα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αμμοκολόνα
θηλυκό
κολόνα
από
άμμο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αμμοκολόνα