αλευρόκολλα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίααλευρόκολλα θηλυκό
- κόλλα που παρασκευάζεται με αλεύρι και νερό μετά από ζέσταμα (όχι βράσιμο) και συνεχή ανάδευση, σε αναλογία 1 προς 3 αντίστοιχα
- (βοτανική): αζωτούχος ύλη των δημητριακών, γνωστότερη ως γλουτένη
Παράγωγα
επεξεργασίαΣημειώσεις
επεξεργασία- ιδιαίτερα ισχυρή κόλλα για χαρτοκόλληση, στη βιβλιοδεσία, κ.α.
Μεταφράσεις
επεξεργασία αλευρόκολλα
|