• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αλευράς

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : Αλευράς

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αλευράς οι αλευράδες
      γενική του αλευρά των αλευράδων
    αιτιατική τον αλευρά τους αλευράδες
     κλητική αλευρά αλευράδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

αλευράς < αλεύρ(ι) + -άς

  Προφορά Επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.leˈvɾas/
τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐λευ‐ράς

  Ουσιαστικό Επεξεργασία

αλευράς αρσενικό, (θηλυκό αλευρού)

  1. (επάγγελμα) έμπορος αλευριού
  2. (επάγγελμα) παραγωγός αλευριού

Συγγενικές λέξεις Επεξεργασία

  • Αλευράς (επώνυμο)
  • → δείτε τη λέξη αλεύρι

  Μεταφράσεις Επεξεργασία

    αλευράς
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αλευράς&oldid=5638651"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Δεκεμβρίου 2022, στις 23:47

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Δεκεμβρίου 2022, στις 23:47.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie