ακροστιχίδα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ακροστιχίδα < (ελληνιστική κοινή) ἀκροστιχίς < ἄκρος + στίχος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαακροστιχίδα θηλυκό
- ποιητικό παιχνίδι κατά το οποίο τα αρχικά γράμματα κάθε στίχου αποτελούν μια λέξη όταν τα διαβάζουμε από πάνω προς τα κάτω
- Έλα
Λάβρη θάλασσα
Λατρεύω τις καταιγίδες
Αλλά όμως
Δάκρυα
Απεμπολούν τους φόβους μου
- Έλα
Μεταφράσεις
επεξεργασία ακροστιχίδα