πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ακρίτσα οι ακρίτσες
      γενική της ακρίτσας
    αιτιατική την ακρίτσα τις ακρίτσες
     κλητική ακρίτσα ακρίτσες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ακρίτσα θηλυκό

  • υποκοριστικό του: άκρη

Ταυτόσημο

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

 δείτε τη λέξη ακρούλα