Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αιμοδότρια
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ελληνικά (el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
Η σελίδα αυτή χρειάζεται επέκταση. Βοηθήστε το Βικιλεξικό
επεκτείνοντάς την
!
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αιμοδότρι
α
οι
αιμοδότρι
ες
γενική
της
αιμοδότρι
ας
των
αιμοδοτρι
ών
αιτιατική
την
αιμοδότρι
α
τις
αιμοδότρι
ες
κλητική
αιμοδότρι
α
αιμοδότρι
ες
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
Επεξεργασία
αιμοδότρια
<
αιμοδότης
+
-τρια
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
αιμοδότρια
θηλυκό
→
δείτε
τη λέξη
αιμοδότης
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
αιμοδότρια
γαλλικά
:
donneuse de sang
(fr)