• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αζέρικα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : αζερικά

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Μεταφράσεις
    • 1.4 Κλιτικός τύπος επιθέτου

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα αζέρικα
      γενική των αζέρικων
    αιτιατική τα αζέρικα
     κλητική αζέρικα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

αζέρικα < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου αζέρικος στον πληθυντικό

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /aˈze.ɾi.ka/
τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐ζέ‐ρι‐κα

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

αζέρικα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • (γλώσσα) συνώνυμο του αζεριανά

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    αζέρικα

→ δείτε τη λέξη αζεριανά

  Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία

αζέρικα

  • ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αζέρικο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αζέρικα&oldid=5554955"
Τελευταία επεξεργασία στις 8 Απριλίου 2022, στις 06:29
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 8 Απριλίου 2022, στις 06:29.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie