Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αδαμαντωρυχείο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
αδαμαντωρυχεί
ο
τα
αδαμαντωρυχεί
α
γενική
του
αδαμαντωρυχεί
ου
των
αδαμαντωρυχεί
ων
αιτιατική
το
αδαμαντωρυχεί
ο
τα
αδαμαντωρυχεί
α
κλητική
αδαμαντωρυχεί
ο
αδαμαντωρυχεί
α
Κατηγορία
όπως «
πεύκο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αδαμαντωρυχείο
<
αδάμαντας
+
ορυχείο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αδαμαντωρυχείο
ουδέτερο
ορυχείο
διαμαντιών
Συγγενικά
επεξεργασία
αδαμαντωρύχος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αδαμαντωρυχείο
αγγλικά
:
diamond
mine
(en)
εβραϊκά
:
מכרה יהלומים
(he)