αγροτοσυνδικαλιστής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αγροτοσυνδικαλιστής < αγροτο- + συνδικαλιστής
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.ɣɾo.to.sin.ði.ka.liˈstis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐γρο‐το‐συν‐δι‐κα‐λι‐στής
Ουσιαστικό
επεξεργασίααγροτοσυνδικαλιστής αρσενικό
- (πολιτική, οικονομία) (νεολογισμός) συνδικαλιστής του αγροτικού κινήματος
- ※ Σε ότι αφορά στις αγωνιστικές προθέσεις της Ομοσπονδίας, ο γνωστός αγροτοσυνδικαλιστής υπογράμμισε ότι η δράση θα συνεχιστεί το επόμενο διάστημα διότι τα αγροτικά προβλήματα αντί να επιλυθούν έχουν διογκωθεί. («Υποβαθμισμένο το βαμβάκι στην Καρδίτσα», εφημερίδα Ελευθερία, 5 Νοεμβρίου 2020)
Συγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τις λέξεις αγρότης και συνδικαλισμός
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία αγροτοσυνδικαλιστής
|
Πηγές
επεξεργασία- αγροτοσυνδικαλιστής - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)