Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αγροτονεάνιδα οι αγροτονεάνιδες
      γενική της αγροτονεάνιδας των αγροτονεανίδων
    αιτιατική την αγροτονεάνιδα τις αγροτονεάνιδες
     κλητική αγροτονεάνιδα αγροτονεάνιδες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αγροτονεάνιδα < αγροτο- + νεάνιδα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.ɣɾo.to.neˈa.ni.ða/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐γρο‐το‐νε‐ά‐νι‐δα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αγροτονεάνιδα θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • αγροτονεάνιδα - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)