Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αγορητής οι αγορητές
      γενική του αγορητή των αγορητών
    αιτιατική τον αγορητή τους αγορητές
     κλητική αγορητή αγορητές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αγορητής < αρχαία ελληνική ἀγορητής

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αγορητής αρσενικό, αγορήτρια θηλυκό

ο ειδικός αγορητής του κόμματος παρουσίασε τις θέσεις του για την παιδεία

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία