• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ίνδικτος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : ἴνδικτος

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ίνδικτος οι ίνδικτοι
      γενική της ινδίκτου των ινδίκτων
    αιτιατική την ίνδικτο τις ινδίκτους
     κλητική ίνδικτε ίνδικτοι
Κατηγορία όπως «άμπελος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ίνδικτος < (διαχρονικό δάνειο) μεσαιωνική ελληνική ἴνδικτος < λατινική indictus → και δείτε τη λέξη ἴνδικτος

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ίνδικτος θηλυκό

  • η ινδικτιώνα, ινδικτιών

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ίνδικτος
  • → δείτε τη λέξη ινδικτιώνα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ίνδικτος&oldid=5174694"
Τελευταία επεξεργασία στις 19 Αυγούστου 2021, στις 00:15
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 19 Αυγούστου 2021, στις 00:15.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie