Ετυμολογία

επεξεργασία
άπτομαι < ἅπτομαι (στο πολυτονικό) < αρχαία ελληνική ἅπτομαι < παθητική φωνή του ρήματος ἅπτω

άπτομαι

η τοποθέτησή σας δεν άπτεται του θέματος

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία