Χαροκόπειο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Χαροκόπειο | τα | Χαροκόπεια |
γενική | του | Χαροκόπειου & Χαροκοπείου |
των | Χαροκόπειων & Χαροκοπείων |
αιτιατική | το | Χαροκόπειο | τα | Χαροκόπεια |
κλητική | Χαροκόπειο | Χαροκόπεια | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Χαροκόπειο < από το επώνυμο του δωρητή Χαροκόπ(ος) + -ειο
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /xa.ɾoˈko.pi.o/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Χα‐ρο‐κό‐πει‐ο
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΧαροκόπειο ουδέτερο
- (επωνυμία) ονομασία πανεπιστημίου στην Αθήνα
- ※ Πρυτανικές εκλογές σε δύο πανεπιστήμια, Πάντειο και Χαροκόπειο, γίνονται αύριο Τετάρτη και με αυτές ξεκινάει ο δεύτερος «κύκλος» αλλαγής διοίκησης στα ελληνικά πανεπιστήμια μετά τις περυσινές εκλογές στα μεγάλα ΑΕΙ της χώρας. (Μάρνυ Παπαματθαίου, Πρυτανικές εκλογές την Τετάρτη σε Πάντειο και Χαροκόπειο, εφημερίδα Το Βήμα, 14 Ιουλίου 2020)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη Χαροκόπος