Φύλλα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | Φύλλα | ||
γενική | των | Φύλλων | ||
αιτιατική | τα | Φύλλα | ||
κλητική | Φύλλα | |||
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Φύλλα < φύλλα < πληθυντικός αριθμός του φύλλο
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈfi.la/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Φύλ‐λα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΦύλλα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό