Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Φιλέας οι Φιλέηδες
      γενική του Φιλέα των Φιλέηδων
    αιτιατική τον Φιλέα τους Φιλέηδες
     κλητική Φιλέα Φιλέηδες
Σπάνιος ο πληθυντικός.
Κατηγορία όπως «Αντρέας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Φιλέας < αρχαία ελληνική Φιλέας

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /fiˈle.as/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Φι‐λέ‐ας

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Φιλέας αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

Φιλέας < φίλ(ος) + -έας

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Φιλέας αρσενικό

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία