Φανή
Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο. |
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Φανή | ||
γενική | της | Φανής | ||
αιτιατική | τη | Φανή | ||
κλητική | Φανή | |||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Φανή < κύριο όνομα από το αρχαίο επίθετο φανή (θηλυκό του φανός, λαμπερή) ή υποκοριστικό του ονόματος Θεοφάνη και άλλων γυναικείων ονομάτων (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Προφορά
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΦανή θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Φανή
|