Ταξείδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ταξείδης | οι | Ταξείδηδες |
γενική | του | Ταξείδη* | των | Ταξείδηδων |
αιτιατική | τον | Ταξείδη | τους | Ταξείδηδες |
κλητική | Ταξείδη | Ταξείδηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Ταξείδου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ταξείδης < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /taˈksi.ðis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Tα‐ξεί‐δης
- ομόηχα: Ταξίδης, Τακσίδης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤαξείδης αρσενικό (θηλυκό Ταξείδη ή Ταξείδου)