Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ταβουλτζής οι Ταβουλτζήδες
      γενική του Ταβουλτζή των Ταβουλτζήδων
    αιτιατική τον Ταβουλτζή τους Ταβουλτζήδες
     κλητική Ταβουλτζή Ταβουλτζήδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Ραγκαβής (κλίση: μπαλωματής)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ταβουλτζής < επάγγελμα μουσικού προέλευσης από την οθωμανική τουρκική ;, στην τουρκική γλώσσα davulcı, ο νταουλτζής, ο τυμπανιστής → δείτε τη λέξη ταβούλι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ταβουλτζής αρσενικό (θηλυκό Ταβουλτζή)

Συγγενικά επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία