Σπατατζίκι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Σπατατζίκι | τα | Σπατατζίκια |
γενική | του | Σπατατζικίου | των | Σπατατζικίων |
αιτιατική | το | Σπατατζίκι | τα | Σπατατζίκια |
κλητική | Σπατατζίκι | Σπατατζίκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Σπατατζίκι < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /spa.taˈd͡zi.ci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σπα‐τα‐τζί‐κι
Κύριο όνομα επεξεργασία
Σπατατζίκι ουδέτερο
- οικισμός της Αττικής, πρώην ονομασία του Πευκοφύτου[1]
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Σπατατζίκι