Ραμπετόσα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ραμπετόσα | οι | Ραμπετόσες |
γενική | της | Ραμπετόσας | των | (Ραμπετοσών) |
αιτιατική | τη | Ραμπετόσα | τις | Ραμπετόσες |
κλητική | Ραμπετόσα | Ραμπετόσες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ραμπετόσα < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɾam.beˈto.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ρα‐μπε‐τό‐σα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΡαμπετόσα θηλυκό
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Πανδέκτης: Ραμπετόσα - Ανατολή, Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης