Πρωτοθηρία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Πρωτοθηρία < διαγλωσσική ορολογία Prototheria. Μορφολογικά < αρχαία ελληνικά → δείτε τις λέξεις πρῶτος και θήρ
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /pɾo.to.θiˈɾi.a/
Κύριο όνομα επεξεργασία
Πρωτοθηρία ουδέτερο (στον πληθυντικό)
- ταξινομικός όρος - υφομοταξία: Prototheria των θηλαστικών που περιλαμβάνει ζώα που γεννούν αβγά (όπως ο ορνιθόρυγχος) και βρίσκονται στην Τασμανία, στην Αυστραλία και στη Νέα Γουϊνέα
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Prototheria στην αγγλική Βικιπαίδεια
Επίσης
- Prototherium στην αγγλική Βικιπαίδεια