Προσκυνάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Προσκυνάς | οι | Προσκυνάδες |
γενική | του | Προσκυνά | των | Προσκυνάδων |
αιτιατική | τον | Προσκυνά | τους | Προσκυνάδες |
κλητική | Προσκυνά | Προσκυνάδες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Προσκυνάς < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pɾo.sciˈnas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Προ‐σκυ‐νάς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠροσκυνάς αρσενικό