Δείτε επίσης: Πριμικήριος, πριμικήριος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Πριμηκήριος οι Πριμηκήριοι
      γενική του Πριμηκήριου
Πριμηκηρίου
των Πριμηκήριων
Πριμηκηρίων
    αιτιατική τον Πριμηκήριο τους Πριμηκήριους
Πριμηκηρίους
     κλητική Πριμηκήριε Πριμηκήριοι
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Μάντζαρος (κλίση: καρδινάλιος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Πριμηκήριος < → δείτε Πριμικήριος και πριμικήριος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Πριμηκήριος αρσενικό (θηλυκό Πριμηκηρίου)

Άλλες μορφές επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Πριμηκήριος σελ.203 - Συμεωνίδης, Χαράλαμπος. (2015) Παράρτημα: Αρχαία ελληνικά τοπωνύμια και επώνυμα..., [έως και νεότερα επώνυμα, ετυμολογίες], σελ.195-207 στο Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας κατά την αρχαιότητα (συλλογικό, επιμ. Κανάκης, Γεώργιος Κ.) Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015 pdf.