Πηλείδης
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|---|
επικοί τύποι | ||||||
ονομαστική | ὁ | Πηλείδης | οἱ | Πηλεῖδαι | ||
γενική | τοῦ | Πηλείδου | Πηλείδᾱο & Πηλείδεω |
τῶν | Πηλειδῶν | |
δοτική | τῷ | Πηλείδῃ | τοῖς | Πηλείδαις | ||
αιτιατική | τὸν | Πηλείδην | τοὺς | Πηλείδᾱς | ||
κλητική ὦ! | Πηλείδη | Πηλεῖδαι | ||||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Πηλείδᾱ | ||||
γεν-δοτ | τοῖν | Πηλείδαιν | ||||
1η κλίση, ομάδα 'Ἀτρείδης', Κατηγορία 'Ἀτρείδης' όπως «Ἀτρείδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΠηλείδης αρσενικό
- (πατρωνυμικό) ανδρικό όνομα, ο γιος του Πηλέα (για τον Αχιλλέα)
Άλλες γραφές
επεξεργασία- Πηλεΐδης [ ῐ ]
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυνώνυμα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Πηλείδης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- J-S Balzat, R. W. V. Catling, É. Chiricat and F. Marchand 2014 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. V.B: Coastal Asia Minor. Caria to Cilicia, Oxford: Oxford University Press