Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Πετροχώρι τα Πετροχώρια
      γενική του Πετροχωρίου των Πετροχωρίων
    αιτιατική το Πετροχώρι τα Πετροχώρια
     κλητική Πετροχώρι Πετροχώρια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Πετροχώρι < Πετροχώριον ((καθαρεύουσα), παλαιότερη ονομασία)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Πετροχώρι ουδέτερο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία