↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Πασχαλίνα οι Πασχαλίνες
      γενική της Πασχαλίνας
    αιτιατική την Πασχαλίνα τις Πασχαλίνες
     κλητική Πασχαλίνα Πασχαλίνες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Πασχαλίνα < Πασχαλ(ιά) + -ίνα• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pa.sxaˈli.na/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πα‐σχα‐λί‐να

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Πασχαλίνα θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία