Παρασκευοσαββατοκύριακο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Παρασκευοσαββατοκύριακο < Παρασκευή + -ο- + Σαββατοκύριακο
Ετυμολογία
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pa.ra.sce.vo.sa.va.toˈciɾ.ʝa.ko/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πα‐ρα‐σκε‐υο‐σαβ‐βα‐το‐κύ‐ρια‐κο
Ουσιαστικό
επεξεργασίαΠαρασκευοσαββατοκύριακο ουδέτερο
- το τριήμερο από την Παρασκευή έως την Κυριακή
- (επιρρηματικά) κατά το χρονικό διάστημα από την Παρασκευή έως την Κυριακή
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Παρασκευοσαββατοκύριακο
|