Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Παναγιώτα οι Παναγιώτες
      γενική της Παναγιώτας
    αιτιατική την Παναγιώτα τις Παναγιώτες
     κλητική Παναγιώτα Παναγιώτες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Παναγιώτα < παν + άγιος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Παναγιώτα θηλυκό (αρσενικό Παναγιώτης)

  Μεταφράσεις επεξεργασία