Παλαιόλακκα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Παλαιόλακκα | οι | Παλαιόλακκες |
γενική | της | Παλαιόλακκας | των | Παλαιολακκών |
αιτιατική | την | Παλαιόλακκα | τις | Παλαιόλακκες |
κλητική | Παλαιόλακκα | Παλαιόλακκες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pa.leˈo.la.ka/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πα‐λαι‐ό‐λακ‐κα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠαλαιόλακκα θηλυκό
- οικισμός της Ευρυτανίας
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Παλαιόλακκα