Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ξωπατέρας οι Ξωπατέρες
Ξωπάτεραίοι
      γενική του Ξωπατέρα των
Ξωπάτεραίων
    αιτιατική τον Ξωπατέρα τους Ξωπατέρες
Ξωπάτεραίοι
     κλητική Ξωπατέρα Ξωπατέρες
Ξωπάτεραίοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σίνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ξωπατέρας < ξωπατέρας • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ξωπατέρας αρσενικό

  1. παρωνύμιο με τη σημασία: αποσχηματισμένος ιερέας (πατέρας), όπως για τον κρητικό αγωνιστή του Εικοσιένα Ιωάννη Μαρκάρκη.
    Προηγουμένως είχε ζήσει στη μονή, πρώτα ως μοναχός με το όνομα Ιωσήφ και μετά αποσχηματισμένος με τις ονομασίες Ξωπατέρας ή Ξεπατέρας
    Επίτομο γεωγραφικό λεξικό της Ελλάδος, Μιχαήλ Σταματελάτος, Φωτεινή Βάμβα-Σταματελάτου, Ερμής, 2001, σελ. 559
  2. ανδρικό επώνυμο [1] (θηλυκό Ξωπατέρα)

Άλλες μορφές επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. #Τριανταφυλλίδης, Μανόλης (1982) Τα μυστικά των ονομάτων: τα οικογενειακά μας ονόματα. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. απόσπασμα@books.google