Δείτε επίσης: ντάπια

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ντάπια οι Ντάπιες
      γενική της Ντάπιας
    αιτιατική την Ντάπια τις Ντάπιες
     κλητική Ντάπια Ντάπιες
Προφέρεται με συνίζηση στην κατάληξη ως παροξύτονο.
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ντάπια < ντάπια

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈda.pça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ντά‐πια

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ντάπια θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία